ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Η ψυχογενής ανορεξία αποτελεί μία από τις πιο σοβαρές και πολύπλοκες ψυχιατρικές διαταραχές. Αποτελεί παράλληλα και θεραπευτική – ερευνητική πρόκληση για τους ειδικούς της ψυχικής υγείας, αλλά και σοβαρή παθογένεια της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας.
Ο εκούσιος περιορισμός της τροφής και η ανυποχώρητη επιδίωξη της λεπτότητας του σώματος συνδυάζονται πάντα με την άρνηση αναγνώρισης της παθολογίας και την πεισματική αντίσταση σε κάθε βοήθεια. Εμφανίζεται έτσι, πέρα από την ορατή απίσχναση, ένα ευρύ φάσμα σωματικών και ιατρικών προβλημάτων, ενώ η ανεπιτυχής αντιμετώπιση της διαταραχής οδηγεί σε χρόνιες αναπηρικές καταστάσεις ή και στο θάνατο (5%).
Η ψυχογενής ανορεξία σπάνια εμφανίζεται αυτονομημένη, ως παθολογία. Παρουσιάζει υψηλά ποσοστά συννοσηρότητας κυρίως με την κατάθλιψη, τις αγχώδεις διαταραχές και κυρίως την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και επηρεάζει τις γυναίκες πολύ περισσότερο από τους άντρες.
Ο όρος «ανορεξία» ασφαλώς είναι παραπλανητικός, καθώς παραπέμπει σε απουσία ή μείωση της όρεξης για τροφή. Στην πραγματικότητα κάθε ανορεκτική ασθενής έχει έντονο το αίσθημα της πείνας και απέχει εκούσια από το δώρο της τροφής. Με τη θέλησή της, επίμονα και πεισματικά, αρνείται να φάει. Και βιώνει πολλαπλές εκδοχές μίας εμπειρίας θανάτου. Κάθε νέα κοπέλα με ανορεκτικό σύνδρομο συνομιλεί καθημερινά με το θάνατο κι ας απευθύνεται με τρόπο οδυνηρό στη ζωή.
Η ανορεξία περιγράφεται, ως ναρκωτικό χωρίς να περιέχει ουσία. Πόσα κοινά μπορούμε να βρούμε σε μία ανορεκτική κοπέλα και σε έναν ναρκομανή; Πέρα από το απισχνασμένο παρουσιαστικό, τους μελανούς κύκλους κάτω από τα μάτια, τα σημαδεμένα χέρια και την υποθερμία, υπάρχει η βασική έννοια της εξάρτησης, αλλά και της απουσίας επιθυμίας. Και τελικώς και οι δύο δείχνουν ανίκανοι να δουν το θάνατο και ενώ ζητούν βοήθεια αδυνατούν να τη δεχθούν.
Η ανορεκτική έφηβη επιτίθεται στο ίδιο το σώμα της με αυτοκαταστροφικό τρόπο και χάνεται στον κόσμο της επώδυνης ευχαρίστησης. Αυτοπαγιδεύεται και παραμένει στο αδιέξοδο περιθώριο.

“ΑΝΟΡΕΚΤΙΚΗ ΕΦΗΒΗ” Ή “ΑΝΟΡΕΚΤΙΚΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ”;

Κατά τη διάρκεια της πρώτης συνάντησης με την οικογένεια της 15χρονης Έλενας, με διεγνωσμένη ανορεξία, ο θεραπευτής ρωτάει αν έχουν διαμορφώσει κάποια υπόθεση για τους λόγους που οδήγησαν στην εμφάνιση της διαταραχής στην κόρη τους. Η μητέρα παίρνει βιαστικά το λόγο: «είναι η αρρώστια της εποχής μας. Όλες οι κοπέλες βλέπουν σε περιοδικά και τηλεόραση αδύνατα μοντέλα και θέλουν να τους μοιάσουν. Αντί να ασχολούνται με τα μαθήματα, συζητούν στα chat και στο facebook για δίαιτες και λιπολυτικές ουσίες…». Ο πατέρας κι ο μεγάλος αδελφός της Έλενας δείχνουν να συμφωνούν κουνώντας καταφατικά το κεφάλι τους. Η Έλενα οργίζεται και φωνάζει: «Μα δεν καταλαβαίνετε τελικά τίποτα από ό,τι μου συμβαίνει;».
Στην πορεία της θεραπευτικής διεργασίας, η Έλενα συνεχίζει: «πάντα βάζω στο πιάτο μου όσο σκοπεύω να φάω. Η μαμά αμέσως σπεύδει να προσθέσει άλλο τόσο και ουρλιάζει κατακόκκινη… «Θα το φας! Πρέπει να πάρεις βάρος! Δε θα μας πεθάνεις εσύ!». Αν δεν πετύχει η προσπάθεια της να φάω, αντιδρά χειρότερα. Πιάνει τα πιάτα όλων και τα πετάει κάτω, σκορπίζοντας το φαγητό στο πάτωμα, και φωνάζει ειρωνικά: «Ευχαριστώ που με πικραίνεις!». Η Έλενα συνεχίζει: «Με σκοτώνει αυτό! Κατασκευάζει μακάβρια σενάρια, λέγοντας, πως εκείνη θα πεθάνει από την πίκρα που της δίνω, ότι ο πατέρας θα τρακάρει κάποια στιγμή, μη αντέχοντας το μαρτύριο, που ζει ή ότι ο αδελφός μου θα πέσει από το μπαλκόνι να λυτρωθεί από τους καυγάδες και τις εντάσεις. Για εκείνους είμαι μία εγωίστρια, που παίρνω όλη την οικογένεια στο λαιμό μου. Αναρωτιέμαι τελικώς ποια από τις δύο πλευρές είναι το θύμα!
Αφήνω τον εαυτό μου να υποφέρει, μήπως καταλάβουν πως με πονάει η συμπεριφορά τους και πως αντί να μου δώσουν μία αγκαλιά μιλούν διαρκώς μόνο για φαγητό. Φοβάμαι την εικόνα μου στον καθρέπτη, με τρομάζει που λιώνω.»
«Κι αν πεθάνεις;» ρωτάει ο θεραπευτής. «Σιγά μην πεθάνω! Αλλά και να πεθάνω δε με νοιάζει. Απλώς θέλω να κλείσω τα μάτια και να φύγω, έτσι απλά και γρήγορα. Κουράστηκα»

 

Tα αποτελέσματα των μελετών για την αιτιολογία της ψυχογενούς ανορεξίας αναδεικνύουν την πολυπαραγοντική φύση της. Οι βιολογικοί παράγοντες φαίνεται να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ευαλωτότητα ορισμένων κοριτσιών για την εμφάνιση της διαταραχής συγκεκριμένη περίοδο της βιολογικής τους ωρίμανσης. Η προσωπικότητα και το ψυχολογικό κλίμα της οικογένειας αποτελούν τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες που σχετίζονται με το αυξημένο άγχος του γενετικά ευάλωτου κοριτσιού. Όταν λόγω της αυξημένης πολιτισμικής πίεσης στις δυτικές κοινωνίες το κορίτσι ξεκινήσει να κάνει δίαιτα και να στερείται τροφής, ανακαλύπτει ένα νέο τρόπο για να μειώσει το άγχος του και να βελτιώσει την αυτοεικόνα του. Οι θετικές αρχικά κι αρνητικές αργότερα στάσεις των άλλων, σε συνδυασμό με τις αρνητικές αλλαγές στη σκέψη, τη διάθεση και την προσοχή, που προκαλεί ο υποσιτισμός ευοδώνουν τη διαιώνιση της ασθένειας.
Δίχως να παραγνωρίζουμε λοιπόν την πολυπαραγοντική διάσταση της ψυχογενούς ανορεξίας, θα προσπαθήσουμε να εστιάσουμε περισσότερο στη συμμετοχή της οικογένειας, τόσο στην εμφάνιση, όσο και στην ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση της διαταραχής.
Μία οικογενειακή προσέγγιση στην αντιμετώπιση της ψυχογενούς ανορεξίας απετέλεσε ριζικό σχίσμα από την παραδοσιακή θεραπεία της ασθένειας. Οι πρωτοπόροι Salvador Minuchin (Psychosomatic Families, Anorexia Nervosa in Context, Salvador Minuchin, Bernice Rosman, Lester Baker 1978) και Mara Selvini Palazzoli (1974) από τις απαρχές της δεκαετίας του 1970 δημοσίευσαν θεωρητικές απόψεις για τη λειτουργία της οικογένειας και την επίδρασή της στην εμφάνιση και την πορεία της ψυχογενούς ανορεξίας.
Η θεραπευτική πράξη δείχνει ξεκάθαρα ότι δυσλειτουργικές οικογενειακές σχέσεις ωθούν σε εκδήλωση διαταραχών στην πρόσληψη της τροφής. Οι περισσότερες ανορεκτικές ασθενείς περιγράφουν τις μεν μητέρες τους, ως υπερεμπλεγμένες, υπερπροστατευτικές και δίχως σαφή διαχωριστικά όρια μεταξύ του εαυτού τους και της κόρης τους (υπερβολική συναισθηματική εμπλοκή, συναίσθημα και στρες που διαχέεται, υπερβολικός βαθμός επικοινωνίας και φροντίδας μεταξύ των μελών, υπερβολική εγγύτητα, συγκεχυμένα όρια και κατάπνιξη της ατομικότητας – ατομικού προσωπικού χώρου), τους δε πατέρες τους, ως ψυχρούς κι απόμακρους, όχι απαραίτητα ως σωματική υπόσταση, αλλά συναισθηματικά, στον τρόπο που εμπλέκονται στην οικογένεια και στις αποφάσεις της. Οι ανορεκτικές κοπέλες τις περισσότερες φορές μοιράζονται με τις μητέρες τους κοινές ανησυχίες για τη διατροφή και το σώμα. Γενικότερα οι οικογένειες με ανορεκτικό μέλος περιγράφονται, ως δυσλειτουργικές και άκαμπτες, με σαφή δυσκολία επίλυσης των συγκρούσεων και με σταθερά διαταραγμένες οικογενειακές σχέσεις. Η παθολογική αυτή εικόνα των οικογενειακών δυναμικών αποτελεί πρόσφορο έδαφος για τη σωματική αντίδραση μίας έφηβης στην ψυχολογική πίεση.
Η δομική οικογενειακή θεραπεία, όπως ονομάστηκε, ανέπτυξε μία προσέγγιση στην ψυχογενή ανορεξία, υπό το ευρύτερο πρίσμα της θεραπείας ψυχοσωματικών οικογενειών. Η νευρική ανορεξία ορίζεται όχι μόνο από την συμπεριφορά ενός μέλους της οικογένειας, αλλά και από την εμπλοκή όλων των μελών της οικογένειας. Οι δομικές θεραπευτικές παρεμβάσεις σε οικογένειες με ανορεκτικό μέλος επεξεργάζονται τις συναλλαγές μεταξύ των μελών της οικογένειας και είναι σχεδιασμένες να μεταβάλλουν την οικογενειακή οργάνωση, αμφισβητώντας παθολογικές συμπεριφορές, που διατηρούν την ομοιόσταση της οικογένειας. Κάθε θεραπευτική κίνηση αποσκοπεί να μεταβάλλει την ακαμψία της οικογένειας, να εμπνεύσει σε κάθε μέλος τη δυνατότητα για ολοκληρωτική υπέρβαση και να προσανατολίσει τελικά όλη την οικογένεια σε ένα ευχαριστιακό τρόπο ζωής. Άλλωστε όλοι είμαστε κάτι παραπάνω από τις σκοτεινές μας πλευρές κι όλοι δικαιούμαστε τη χαρά της διορθωτικής εμπειρίας.
Συμπερασματικά η ανορεκτική συμπεριφορά γίνεται αντιληπτή στο πλαίσιο του οικογενειακού συστήματος. Η οργάνωση της οικογένειας, δηλαδή η κατανόηση της δομής και τη λειτουργίας της, μας βοηθάει να ερμηνεύσουμε το πρόβλημα και να παρέμβουμε. Και η οικογένεια είναι το φυσικό πλαίσιο ανάπτυξης, αλλά και επούλωσης των προβλημάτων, κι εκεί θα στηριχθεί ο οικογενειακός θεραπευτής για την πραγμάτωση των θεραπευτικών στόχων. Η δυσλειτουργία της ανορεξίας γίνεται πλέον μια διάγνωση του οικογενειακού συστήματος και όχι ατομική.
Μία κοπέλα που αφήνει τον εαυτό της να παραδοθεί στη νευρική ανορεξία δεν το κάνει από έγνοια για το σώμα της. Η αιτία πηγάζει κυρίως από την ίδια της την οικογένεια, στην οποία επιδιώκει να περάσει ένα μήνυμα. Θυσιάζεται ψυχολογικά, αλλά και σωματικά, πληγώνεται, για να μην πληγώσει. Οι σκέψεις και οι συμπεριφορές του θανάτου είναι ευθέως ανάλογες με το ποσό της αβίωτης ζωής της. Και ίσως τελικώς το ανορεκτικό παιχνίδι του θανάτου είναι αυτό που μπορεί να την σώσει και να της χαρίσει νέα ζωή. Η ανορεκτική κοπέλα, μέσα σε μία υπερπροστατευτική και καταπιεστική οικογένεια, επαναστατεί κι αντιδρά, χρησιμοποιώντας το μοναδικό πράγμα που οι άλλοι δε μπορούν να χειριστούν: το σώμα και την τροφή της. Επιτρέπει στο σώμα και την ψυχή της να νοσήσει, προκειμένου να τραβήξει την προσοχή των γύρω της. «Ποιον θέλεις να σκοτώσεις;» είναι η ερώτηση του θεραπευτή προς την έφηβη, που αρνείται να φάει. Κάνοντας την ανορεξία ταυτότητά της και το σώμα της κινούμενο σκελετό φροντίζει αυτούς, που θα έπρεπε να τη φροντίζουν και αποδεικνύεται πιο υπεύθυνη κι πιο ώριμη από τους γονείς της. Η ανορεξία εκφράζει την προβληματική και την παθολογία της οικογένειας, προσφέροντας αλλαγή, χωρίς αλλαγή.
Συνεπώς οφείλουμε να αναφερόμαστε σε «ανορεκτικές οικογένειες» κι όχι σε «ανορεκτικές κοπέλες».

 

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΕ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΜΕ ΑΝΟΡΕΚΤΙΚΟ ΜΕΛΟΣ.

Αντίθετα με πολλές γραμμικές θεραπευτικές κινήσεις, που επικεντρώνονται στη σημασία και την κυριαρχία του επώδυνου παρελθόντος στο παρόν, βασική αρχή κάθε οικογενειακής ψυχοθεραπευτικής προσπάθειας αποτελεί πως η παρέμβαση πρέπει να συμβεί στο εδώ και τώρα. Και τελικώς θεραπευτική αλλαγή επέρχεται, μόνο όταν στερεοτυπικές και δυσλειτουργικές σχέσεις εντός της οικογένειας παρακάμπτονται υπέρ πιο προσαρμοστικών συμπεριφορών και όταν νέες οικογενειακές δομές προκύπτουν. Βασικός στόχος της θεραπείας είναι όχι μόνο ένα αλλαγμένο άτομο, αλλά ένα πιο λειτουργικό οικογενειακό σύστημα.
Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο η συστημική – υπαρξιακή προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία, που στην παρούσα εργασία περιγράφουμε, δεν αρκείται σε μία απλή διάγνωση των συμπτωμάτων της ανορεκτικής συμπεριφοράς, απομονωμένης από ένα συνολικότερο πλαίσιο, κάτι που θα οδηγούσε και σε συγκεκριμένες λύσεις και διεξόδους. Αντιθέτως, η συστημική ψυχοθεραπεία προσπαθεί να δει την ανορεξία στα ευρύτερα πλαίσια μέσα στα οποία αυτή εμφανίζεται. Και η οικογένεια αποτελεί το βασικότερο πλαίσιο – σύστημα. Το σύμπτωμα, στην περίπτωσή μας η ψυχογενής ανορεξία, εξυπηρετεί τη λειτουργικότητά της οικογένειας, προσφέροντας αλλαγή, χωρίς αλλαγή. Έτσι η έφηβη, που εμφανίζει συμπτώματα ανορεξίας γίνεται ο «ταυτοποιημένος ασθενής», μέσω του οποίου το οικογενειακό σύστημα αποκτά συνοχή, μειώνει το στρες του και συχνά οργανώνεται γύρω από αυτό. Αναλαμβάνει συνεπώς η ανορεκτική κοπέλα να απορροφήσει και να εκφράσει, μέσα από τη συγκεκριμένη ψυχική ασθένεια, την προβληματική και την παθολογία όλης της οικογένειάς της.
Η εμφάνιση ψυχογενούς ανορεξίας κρύβει συνήθως μια ματαιότητα αλληλεπιδράσεων στα μέλη της οικογένειας. Γονείς και παιδιά δείχνουν να έχουν παγιδευτεί σε ένα σισύφειο μοτίβο ανταλλαγής πόνου και εντυπωσιακής αντίστασης σε κάθε αλλαγή.
Όταν μια ανορεκτική οικογένεια έρχεται για θεραπεία, οι γονείς και τα αδέλφια της έφηβης θεωρούν, ότι απλώς την συνοδεύουν στον ειδικό. Είναι πεπεισμένοι, πως όλα εξελίσσονται λάθος για αυτό το παιδί. Έχουν δοκιμάσει τα πάντα (την επίπληξη, την τιμωρία, το καλόπιασμα, την απειλή, τη δωροδοκία) και νιώθουν απογοητευμένοι και δύσπιστοι για κάθε ενδεχόμενη λύση. Προσδοκούν απλώς από το θεραπευτή να δουλέψει αποκλειστικά με την ανορεκτική έφηβη, προκειμένου να επιστρέψει η ευτυχισμένη οικογενειακή ζωή στο σπίτι τους. Στην οικογενειακή θεραπεία, ωστόσο, εξηγούμε ξεκάθαρα, πως ένα ανορεκτικό παιδί είναι μέρος ενός ευρύτερου συστήματος. Και ο πιο θεραπευτικός τρόπος για να απαλλαγεί η οικογένεια από τα ανορεκτικά συμπτώματα είναι να αλλάξουν τα οικογενειακά πρότυπα που τα διατηρούν.
Στα αρχικά στάδια της θεραπείας με ανορεκτικά άτομα ο στόχος είναι να αντιμετωπιστεί η ενδεχόμενη απειλή για τη ζωή τους. Ένας συνδυασμός συμπεριφορικών κυρίως παρεμβάσεων, στοχεύει σε ύφεση των συμπτωμάτων και σε ανάκτηση βάρους. Μόνο τότε η θεραπεία μπορεί ουσιαστικά να αρχίσει.
Η ανορεκτική ασθενής βρισκόταν σε μία ειδική θέση εντός της οικογένειας πολύ πριν αναπτυχθεί η ανορεξία. Η διαταραχή ενσωματώθηκε στο ήδη υπάρχον παθολογικό μοντέλο οικογενειακών συναλλαγών. Και το ανορεκτικό μέλος έχει τέτοια προνόμια και τόσα δευτερογενή οφέλη, λόγω της διαταραχής, που αρνείται να εγκαταλείψει το ρόλο της ασθενούς. Συνεπώς η ανορεξία τροφοδοτείται από τους γονείς, αλλά κι από την έφηβη. Στα ισχυρά αυτά οικογενειακά δυναμικά εισέρχεται ο θεραπευτής κι επιχειρεί με συγκεκριμένες τεχνικές, που αμέσως παρακάτω θα περιγράψουμε, να αντιμετωπίσει τις συναλλακτικές οικογενειακές συνήθειες, που πυροδότησε και ενίσχυσε το σύνδρομο ανορεξίας.

Τρία είναι τα δομικά στοιχεία μίας οικογενειακής θεραπείας με ανορεκτική οικογένεια:
I. Η αμφισβήτηση των αντιλήψεων της οικογένειας.
II. Η παροχή εναλλακτικών δυνατοτήτων που έχουν νόημα για την οικογένεια.
III. Η δοκιμή νέων προτύπων οικογενειακής αλληλεπίδρασης και στη συνέχεια η δημιουργία νέων σχέσεων και δομών μεταξύ των μελών.

Πιο αναλυτικά η θεραπευτική παρέμβαση με ανορεκτική οικογένεια μπορεί να δομηθεί, μέσα από τα παρακάτω στάδια:

i. Σχηματισμός θεραπευτικού συστήματος και δημιουργία θεραπευτικής σχέσης.
Ο θεραπευτής εισέρχεται στο σύστημα και αναπτύσσει σχέσεις με την οικογένεια προσαρμοζόμενος στην κουλτούρα, στη διάθεση, στο στυλ και στη γλώσσα της. Ο ίδιος κάθεται ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας και επιδιώκει συστηματικά να εμπλακεί μαζί τους.

ii. Αξιολόγηση της δομής της οικογένειας.
Σε αυτή τη φάση ο θεραπευτής εξετάζει τα όρια, την ιεραρχία και τις συμμαχίες των οικογενειακών δυναμικών. Ο θεραπευτής παρατηρεί την αλληλεπίδραση των ατόμων. Μπορεί ακόμη και να δημιουργήσει καταστάσεις ούτως ώστε αυτές οι αλληλεπιδράσεις να είναι πραγματικές. Η συγκεκριμένη διαδικασία μπορεί να είναι πολύ δυναμική.
Ο Minuchin και οι συνεργάτες του, για παράδειγμα (1978), πραγματοποιούσαν συχνά θεραπευτικές συνεδρίες με τις οικογένειες ανορεξικών εφήβων κατά τις ώρες των γευμάτων και προσκαλούσαν όλα τα μέλη της οικογένειας να φάνε κανονικά μαζί. Σε αυτές τις συνεδρίες φαίνεται, λόγου χάρη, η αδυναμία των γονέων να συνεργαστούν, έτσι ώστε να ενθαρρύνουν το παιδί τους να φάει, ή εντοπιζόταν κάποιο μεταβαλλόμενο πρότυπο προσωρινής συμμαχίας μεταξύ του κάθε γονέα και του παιδιού. Οι παρατηρήσεις μπορούν κατόπιν να οδηγήσουν σε συζητήσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας αναφορικά με τα αίτια των εκδηλούμενων συμπεριφορών.

iii. Διατάραξη της ισορροπίας του συστήματος.
Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης ο θεραπευτής διαταράσσει σκόπιμα την ισορροπία των υπαρχόντων δυσλειτουργικών προτύπων συμπεριφοράς, έτσι ώστε να θέσει την οικογένεια σε κατάσταση αποσταθεροποίησης. Η συγκεκριμένη διαδικασία έχει εξαιρετικά καθοδηγητικό χαρακτήρα και κατά τη διάρκειά της ο θεραπευτής μπορεί να συμμαχήσει με διαφορετικά υποσυστήματα ή να δημιουργήσει διάφορες συμμαχίες.

iv. Αμφισβήτηση της πραγματικότητας.
Οικογένειες με άκαμπτη δομή χρησιμοποιούν παθολογικές συμπεριφορές κάποιου μέλους (ταυτοποιημένος ασθενής), προκειμένου να διατηρήσουν την ομοιόσταση, εντός της οικογένειας. Ο θεραπευτής επιχειρεί με τρόπο εντατικό να αμφισβητήσει τέτοιους ομοιοστατικούς οικογενειακούς μηχανισμούς. Ωθεί δηλαδή ολόκληρη την οικογένεια να πειραματιστεί με εναλλακτικές διαπροσωπικές συμπεριφορές, εντός του ασφαλούς θεραπευτικού συστήματος.
v. Αμφισβήτηση της υπερπροστασίας.
Οι υπερπροστατευτικοί ελιγμοί στις ανορεκτικές οικογένειες αποτελούν επέκταση της παρεμβατικότητας των μελών της. Οι γονείς επιθυμούν την αυτονόμηση της κόρης τους, αλλά η ανησυχία τους για την υγεία της, λόγω ανορεξίας, τους κάνει ακόμα πιο υπερπροστατευτικούς και παρεμβατικούς. Η απειλή της ανορεξίας τους απορροφά, με αποτέλεσμα να μην φροντίζουν τη συντροφική σχέση τους και να παραμελούν τα άλλα παιδιά τους.

vi. Αμφισβήτηση της αποφυγής συγκρούσεων και της άκαμπτης δομής της οικογένειας.
Ο θεραπευτής ξεκαθαρίζει πως η αποφυγή οικογενειακών συγκρούσεων δε θα πρέπει να συγχέεται με την αρμονία. Τονίζεται ακόμα, πως ανάληψη ευθύνης αποτελεί τη βασική πηγή κάθε αλλαγής.

vii. Αναδόμηση της οικογενειακής λειτουργίας.
Μετά τη διατάραξη της ισορροπίας του συστήματος της οικογένειας, ακολουθούν προσπάθειες για την εδραίωση μιας οικογενειακής δομής που να διέπεται από συγκεκριμένους κανόνες.
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ

Η οικογένεια μπορεί να απεικονιστεί με ένα δέντρο και τα παιδιά της, ως καρποί αυτού του δέντρου. Το ανορεκτικό μέλος συμβολικά, αλλά και πρακτικά, ως ένας καρπός δέντρου, δείχνει να ξεραίνεται, καθώς οι χυμοί του απορροφώνται από το ίδιο το δέντρο, που το είχε νωρίτερα τροφοδοτήσει.
Η ανορεκτική έφηβη βουλιάζει σε μία αυτοδημιούργητη μιζέρια και χάνει την ελευθερία της. Πολύ νωρίτερα όμως έχει χάσει τη δυνατότητα να επιθυμεί. Και η απουσία επιθυμίας στον άνθρωπο αποτελεί βαθιά οντολογική αναπηρία και οδηγεί σε υπαρξιακό κενό. Η ευχαριστιακή στάση στη ζωή της ανορεκτικής έφηβης χάνεται, αφού πρώτα χάθηκε η επιθυμία για την ίδια τη ζωή. Αισθάνεται βαθιά μέσα της την αδικία και τελικώς καταστρέφει την ίδια τη ζωή της, καθηλωμένη σε μία συνεχώς αυξανόμενη αδυναμία να χαρεί. Η υπαρξιακή στάση ζωής ταυτίζεται με την ελευθερία και καλεί τον καθένα μας σε μία σταθερά ευχαριστιακή προσωπική πορεία.

 

Εισήγηση στο Πανελλήνιο Συνέδριο Διαβήτη, Μεταβολικού Συνδρόμου και Παχυσαρκίας (http://www.esodimeso2014.com/)