«Άρχισα να καπνίζω μαριχουάνα από τη Γ΄ Γυμνασίου, κάναμε κοπάνα από το σχολείο κι αράζαμε με τον Λουκά, να φύγουν οι έγνοιες του σπιτιού. Για κάποιους μήνες μύριζα και κόλλα… Μετά άρχισα και τη μεθαμφεταμίνη, κυρίως τα Σαββατοκύριακα, μαζί με μπύρα στο δωμάτιο μου. Με κρατούσε για ώρες. Ήμουν στο σπίτι όλη μέρα, δε δούλευαν οι γονείς και ως συνήθως τσακώνονταν από νωρίς το πρωί… Δεν άντεχα να ακούω! Και για να μην τους ακούω έπαιρνα μεθαμφεταμίνη με μπύρα και χόρευα στο δωμάτιο μου κλειδωμένη! Έβγαινα Δευτέρα πρωί.
Το αλκοόλ με βοηθά να ξεχνάω τα προβλήματά μου, να βυθίζομαι, να μη σκέφτομαι. Νιώθω τύψεις που πίνω, νιώθω ότι με κοιτάζουν και με κατακρίνουν. Δε θέλω να με κοιτάζουν έτσι! Πώς αλλιώς όμως να αντέξω εκεί μέσα με τόσες φωνές και σπασίματα… Κι όταν πίνω «φεύγω» κι ηρεμώ κάπως.»

Οι θεραπευτικές σημειώσεις αφορούν τη «Ν».
Επτά χρόνια μετά… με πολλή συγκίνηση μαθαίνω, ότι η «Ν» απαλλάχθηκε οριστικά από τις εμπλοκές και τις ματαιώσεις του παρελθόντος, υπερέβη τον εαυτό της, αυτονομήθηκε κι αναπτύχθηκε σε πολλαπλά επίπεδα και με περισσή δύναμη απελευθερώθηκε, συγχωρώντας τους γονείς της…

Ο Ν. Καζαντζάκης τόσο όμορφα το περιγράφει: «Αν δε ξεχειλίσει η καρδιά του ανθρώπου από αγάπη ή από θυμό, τίποτα δε μπορεί να γίνει στον κόσμο.»